Κυριακή 4 Μαΐου 2014

Πρόσωπο που έσβησαν οι γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.






Ένα χέρι. Να ένα χέρι μόνο του που χαϊδεύει ένα μάτι. Ένα μάτι μόνο του που βλέπει ένα πρόσωπο. Ένα πρόσωπο μόνο του στραμμένο στο χέρι. Στο χέρι που χαϊδεύει το μάτι. Ένα άλλο μάτι πίσω από το άλλο χέρι. Το άλλο χέρι χαϊδεύει ένα άλλο μάτι. Το κρατάει στο ίδιο ύψος με το άλλο χέρι που κρατάει το άλλο μάτι. Δυο χέρια που καλύπτουν τα μάτια. Που καλύπτουν το πρόσωπο. Πρόσωπο που θέλει να χαθεί να μην είναι εκεί. Πρόσωπο που προσπαθεί να σβήσει τις γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.

Μια ρωγμή, μια ρωγμή στο ένα χέρι αφήνει να στάξει ένα δάκρυ. Ένα δάκρυ που στάζει, γίνεται λίμνη, μια λίμνη που το άλλο μάτι δεν βλέπει γιατί το κρύβει το άλλο χέρι. Μια λίμνη οριζόντια που το πρόσωπο βουτάει επάνω της. Μέσα της προσπαθεί να αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του. Πρόσωπο που προσπαθεί να σβήσει τις γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.

Ξαφνικά άλλα χέρια ορμάνε πάνω στα μάτια, ξένα χέρια που φυτρώνουν στο κενό, που κουνάνε τα δάκτυλα υποστηρίχτηκα και μετά μάτια, μάτια που φτερουγίζουν από τις παλάμες, κοιτάνε τα κρυμμένα μάτια Εκείνα δεν θέλουν να τα δουν. Μένουν κρυμμένα πίσω από τα χέρια. Χέρια χαϊδεύουν τα χέρια διότι θέλουν να δουν τα μάτια. Και το πρόσωπο με τις θολές γραμμές μεταφέρεται και αυτό. Πρόσωπο που προσπαθεί να σβήσει τις γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.

Και να το στόμα του δεν είναι μόνο του που δεν είναι ένα, είναι πολλά στόματα σε ένα. Και να τα στόματα. Στόματα που ανοίγονται κάτω από τα μάτια. Στόματα που ουρλιάζουν χωρίς ήχο. Που τεντώνονται ανοιχτά με δόντια εκτεθειμένα στα κενά βλέμματα. Που είναι κρυμμένα πίσω από παλάμες. Που ανεβαίνουν την ακινησία του δρόμου. Όλα μια συνοδεία προχωράνε ακίνητα στο χρόνο, ακίνητα στο χώρο , ακίνητα στην προσπάθεια να μην δουν αυτό που περιμένει στην άκρη της μητρικής λίμνης των δακρύων. Να μην δουν το πρόσωπο που προσπαθεί να σβήσει τις γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.

Κανένα χάδι δεν μπορεί να ημερέψει το μάτι, κανένα χάδι δεν μπορεί να ημερέψει το στόμα. Μένει έτσι ανοιχτό να ουρλιάζει χωρίς ήχο, με μια φωνή που πέτρωσε και έμεινε ακίνητη, ακούνητη ανάμεσα σε αυτό και το κόσμο. Πάνω σε αυτή στηρίζονται τα χέρια που κρύβουν τα μάτια, που κρύβουν το πρόσωπο και μόνο το χρυσό ρυάκι των μητρικών δακρύων θα λαμπυρίζει για πάντα μέσα στο σκοτάδι που κατεβαίνει από πάνω του, για μην δουν το πρόσωπο που προσπαθεί να σβήσει τις γραμμές του από τον ορίζοντα των βλεμμάτων.

Στο Σπύρο που έφυγε μια τελευταία τετάρτη του Μαΐου νομίζοντας πως είχε πάρει το δρόμο προς την ζωή ενώ είχε πάρει το δρόμο του θανάτου

Πίνακας: Francis Macon

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου